Το Πάσχα δεν είναι απλά μια γιορτή. Μια ημερομηνία με έντονο χρώμα στο ημερολόγιο που έχεις κρεμάσει στον τοίχο. Το Πάσχα αποτελεί “αφετηρία” για τον άνθρωπο. Είναι η μέρα που ενεργοποιεί όλες τις αισθήσεις. Είναι η μυρωδιά από το λιβάνι που αναδύεται στις κατανυκτικές Ακολουθίες. Η φλόγα της λαμπάδας που τρεμοπαίζει στο σκοτάδι. Η αφή του κόκκινου αυγού που σφίγγεις στο χέρι σου πριν το τσουγκρίσεις με τον διπλανό σου. Η γεύση του τσουρεκιού, της μαγειρίτσας, του αρνιού. Τα σπιτικά κουλουράκια στην πιατέλα. Ο ήχος του “Χριστός Ανέστη” που αντηχεί δυνατά, γεμίζοντας την ψυχή σου με φως και την καρδιά σου με ελπίδα.
Από θεολογικής πλευράς, το Πάσχα είναι η νίκη της Ζωής πάνω στον θάνατο. Η απόδειξη ότι η αγάπη είναι πιο δυνατή από κάθε σκοτάδι. Για τον Ορθόδοξο Χριστιανό, η Σταύρωση είναι η θυσία που φέρνει τη λύτρωση, και η Ανάσταση είναι το δώρο της αιώνιας ζωής. Για τον Έλληνα, όμως, είναι και κάτι περισσότερο. Είναι η γιορτή που τον ενώνει με τη γη του, με τους προγόνους του, με τις έντονες μνήμες και τις παραδόσεις. Το πανηγύρι της άνοιξης, της φύσης που ανασταίνεται μαζί με τον Χριστό, της ζωής που ξαναγεννιέται. Το άρωμα από τις ανθισμένες πασχαλιές και τις καμπάνες που χτυπούν χαρμόσυνα σε κάθε γωνιά της Ελλάδας. Είναι η στιγμή που οι Έλληνες, όπου κι αν βρίσκονται, γιορτάζουν ως ένα σώμα, μια ψυχή, μια οικογένεια.
Ωραία όλα αυτά. Πώς είναι, άραγε, να ζεις “Πασχαλιά” χωρίς “Πάσχα”; Για παράδειγμα, πως είναι να σε βρίσκει η Μεγάλη Εβδομάδα σε τόπους μακρινούς και αλλόκοτους, όπως η Σιγκαπούρη που ζω εγώ, και οι μυρωδιές που σου περιέγραψα να είναι μόνο μια ανάμνηση και τα έθιμα να μοιάζουν με σκηνές από ταινία που βλέπεις σε επανάληψη;
Λοιπόν, σου έχω νέα. Στις χώρες αυτές, το Πάσχα δε μυρίζει τίποτα. Καμία μαγειρίτσα δε βράζει στα κατσαρολικά. Καμία λαμπάδα δε λιώνει μυρωδάτο κερί στο χέρι σου. Εδώ, το Μεγάλο Σάββατο είναι μια μέρα όπως και άλλες. Και όταν νυχτώσει είναι ένα ακόμα βράδυ με τα φώτα της πόλης να αναβοσβήνουν σαν να σου λένε: «Ξέχασέ το. Εδώ είσαι. Όχι εκεί».
Κι εσύ, ο ξένος σε έναν τέτοιο τόπο, προσπαθείς να αναβιώσεις το “Πάσχα το Ελληνικό”. Να γαληνέψεις την καρδιά σου, να το φέρεις στην κουζίνα σου, στα πιάτα σου, να το γευτείς σε μια μπουκιά τσουρέκι που… δεν έρχεται ποτέ. Λογικό, γιατί τα τσουρέκια που παρήγγειλες από την Ελλάδα – αυτά τα “σωτήρια”, τα πασπαλισμένα με μαχλέπι και μαστίχα – κάπου έχουν χαθεί στους ωκεανούς. Προφανώς, τα γεύονται κάποιοι Χούθι στην Υεμένη. Αν πάλι το καράβι θα πρέπει να κάνει το γύρο της Αφρικής τότε θα μουχλιάσουνε κάπου στα μισά… Ποιος ξέρει; Το σίγουρο πάντως, είναι ότι εσύ θα μείνεις χωρίς τσουρέκι. Μια επιθυμία που δεν θα πραγματοποιηθεί ποτέ.
Και να πεις ότι δεν προσπάθησες; Προσπάθησες. Άνοιξες τα κιτάπια της γιαγιάς, βρήκες τη συνταγή, έψαξες για μαχλέπι και μαστίχα στις αγορές της Σιγκαπούρης. Μάταια. Στα ράφια τους, βρίσκεις ρίζες από τζίντζερ, πάστες από κάρι, σάλτσες σόγιας. Μαχλέπι; Όχι. Μαστίχα; Μην το ψάχνεις. Κι έτσι, σκέφτεσαι να αυτοσχεδιάσεις. Να φτιάξεις το «εναλλακτικό» τσουρέκι. Αλλά πώς; Είναι σαν να προσπαθείς να κάνεις Ανάσταση χωρίς το «Χριστός Ανέστη».
Το ίδιο και με τη μαγειρίτσα. Εδώ, τα σούπερ μάρκετ είναι τόσο καθαρά, τόσο αποστειρωμένα, που ακόμη και το αρνί μοιάζει να είναι ένα εξωτικό ζώο από κάποιο παραμύθι. Και παλεύεις με υποκατάστατα. Κοτόπουλο αντί για αρνί, ρύζι αντί για αυγολέμονο, και η μαγειρίτσα σου θυμίζει περισσότερο ράμεν της Άπω Ανατολής. Ε, δεν είναι Πάσχα αυτό.
Τελικά, ξέρεις τι είναι το πιο δύσκολο; Όχι ότι δεν πουλούν τα υλικά που θέλεις. Αλλά ό,τι δεν ζεις τα έθιμα. Δεν έχεις την αίσθηση. Γιατί το Πάσχα δεν είναι μόνο οι γεύσεις και οι μυρωδιές. Είναι και η ατμόσφαιρα. Είναι να πας στην Εκκλησία με τη λαμπάδα σου. Να τσουγκρίσεις αυγά με τους φίλους σου. Να κάνεις τον Σταυρό σου καθώς ακούς το «Χριστός Ανέστη» και να νιώθεις ότι κάτι σημαντικό, κάτι ιερό, μόλις συνέβη.
Στη Σιγκαπούρη, όλα αυτά είναι απόντα. Η ζωή τρέχει με άλλους ρυθμούς. Γρήγορους, αγχωτικούς, τεχνοκρατικούς. Κανείς δεν ξέρει τι είναι το Πάσχα. Κανείς ντόπιος δε νοιάζεται. Λιγοστοί ‘’ξένοι” σαν και εσένα θα σου τηλεφωνήσουν για να ρωτήσουν: “Μήπως υπάρχει καμμιά Ελληνική Εκκλησία; Θα κάνετε Ανάσταση; Σας περισσεύει καμμιά βαφή για τα αυγά; ”Και εσύ, παλεύεις να κρατήσεις ζωντανή τη φλόγα. Να νιώσεις ότι, ακόμη κι αν είσαι μακριά, το Πάσχα είναι εδώ. Είναι μέσα σου.
Ίσως διαβάζοντας όλα αυτά να αναρωτηθείς… “Γιατί το κουράζουμε τόσο πολύ;” Για μία μπουκιά τσουρέκι; Για ένα κόκκινο αυγό; Όχι βέβαια. Το Πάσχα δεν είναι απλώς ένα “έθιμο”. Είναι κομμάτι της ταυτότητάς μας. Είναι η μνήμη της γιαγιάς που έφτιαχνε τσουρέκια με τα χέρια της, του πατέρα που σου έμαθε πώς να γυρίζεις το αρνί, της μάνας που έβαφε τα αυγά κόκκινα με μια ιεροτελεστία που έμοιαζε μαγική. Είναι η αίσθηση ότι ανήκεις κάπου. Ότι είσαι μέρος μιας παράδοσης που δεν έχει χαθεί, ακόμη κι αν βρίσκεσαι στην άλλη άκρη του κόσμου. Ότι δεν είσαι “ξένος”.
Το Πάσχα της ξενιτιάς, λοιπόν, δεν είναι μόνο το τσουρέκι που δεν έφθασε ποτέ. Το αρνί που δεν έψησες, ή τα αυγά που δεν κοκκίνισαν ποτέ. Είναι η στιγμή που, ακόμη και στη μιζέρια της μοναξιά σου, νιώθεις ότι το μήνυμα της Ανάστασης είναι αληθινό. Σε αφορά. Είναι η υπενθύμιση ότι, όσο μακριά κι αν είσαι, όσο κι αν σου λείπουν οι δικοί σου, υπάρχει φως. Υπάρχει ελπίδα. Υπάρχει Ανάσταση.
Κι έτσι, ακόμη και χωρίς τσουρέκι, το Πάσχα έρχεται. Γιατί το κουβαλάς μέσα σου. Και ναι, θα σου λείψουν. Αλλά ξέρεις; Η αγάπη που τα φτιάχνει όλα αυτά δεν χάνεται ποτέ. Έστω και αν θα αναστήσεις ανάμεσα σε Ασιάτες που κοιτούν περίεργα επειδή κρατάς μια λαμπάδα αναμμένη στη μέση του δρόμου. Σε κλίμα ζεστό και τροπικό. Στη σκιά από τους ουρανοξύστες που σου κρύβουν τον ουρανό.
Χριστός Ανέστη! Για σένα το λέω. Που τρως το τσουρέκι και χαμογελάς. Στην γιορτινή πασχαλινή πατρίδα μας. Χαλάλι σου!