Στο Μονομελές Εφετείο Πλημμελημάτων θα δικαστεί τελικά ο Απόστολος Λύτρας όπου και θα δικαστεί για επικίνδυνη σωματική βλάβη από πρόθεση στην σύζυγό του Σοφία Πολυζωγοπούλου, στο πλαίσιο ενδοοικογενειακής βίας. Η προσωρινή του κράτηση αντικαθίσταται με τους όρους της απαγόρευσης προσέγγισης της συζύγου και της οικίας της σε απόσταση μικρότερη των 100 μέτρων.
Επίσης, απαγορεύεται οποιαδήποτε επικοινωνία μαζί της άμεσα ή έμμεσα με την χρήση τεχνικών μέσων ή τρίτων. Η επικοινωνία επιτρέπεται μόνο λόγω ύπαρξης κοινού ανήλικου τέκνου μέσω πληρεξουσίων δικηγόρων αμφοτέρων και μάλιστα η παράδοση και παραλαβή του παδιού από την μητέρα του ή από άτομο που αυτή έχει εξουσιοδοτήσει θα λαμβάνει χώρα έξω από το Α.Τ. του τόπου κατοικίας της τελευταίας, ενώ κατά παράδοση – παραλαβή του παιδιού, ο κατηγορούμενος δεν θα μπορεί να απευθύνεται προς το πρόσωπο που το συνοδεύει.
Ταυτόχρονα, ανάμεσα στους όρους είναι η συμμετοχή σε θεραπευτικό πρόγραμμα του Εθνικού Κέντρου Αλληλεγγύης.
Σύμφωνα με το dikastiko, στην εισαγγελική πρόταση ζητείτο να παραπεμφθεί ο Απόστολος Λύτρας σε δίκη για το πλημμέλημα της επικίνδυνης σωματικής βλάβης, ενώ η δίωξη που του έχει ασκηθεί είναι για το κακούργημα της βαριάς σκοπούμενης σωματικής βλάβης.
Με την ίδια πρόταση ζητείτο η αντικατάσταση της προσωρινής κράτησης με τους περιοριστικούς όρους της απομάκρυνσης από την οικογενειακή εστία, της απαγόρευσης προσέγγισης και συναναστροφής με το θύμα, της συμμετοχής σε ειδικό θεραπευτικό πρόγραμμα και της εμφάνισης δύο φορές τον μήνα στο αστυνομικό τμήμα της περιοχής του.
Η Σοφία Πολυζωγοπούλου περιέγραψε μέσω υπομνήματος που κατέθεσε μέσω του δικηγόρου της Θέμη Σοφού, όσα έζησε κατά την διάρκεια αλλά και μετά από τον ξυλοδαρμό της:
« Τις πρωινές ώρες της 16 Ιουνίου 2024, και ενώ ήμουν βαρύτατα τραυματισμένη, ο κατηγορούμενος Απόστολος Λύτρας, αντί να με μεταφέρει, ως όφειλε, αμέσως στο πλησιέστερο νοσοκομείο, και αγνοώντας τις εκκλήσεις μου να μεταβούμε σε νοσοκομείο, εκείνος αποφάσισε, χωρίς τη θέλησή μου, να με μεταφέρει από το σημείο του βαρύτατου τραυματισμού μου στη Βουλιαγμένη, στην μέχρι τότε συζυγική οικία επί της οδού (…), στο Γέρακα, και ενώ ήδη ένιωθα πνιγμό από την κατάποση ποσοτήτων αίματος, πόνους στο κεφάλι μου, ζαλάδες, αστάθεια και λιποθυμική τάση. Ο λόγος που με πήγε στην μέχρι τότε συζυγική οικία, εκθέτοντάς με σε σοβαρότατο κίνδυνο ζωής και σε κατάσταση ανασφαλή πλέον για την ζωή μου, ήταν ότι προφανώς ήθελε να αποφύγει τη σύλληψή του και όλες τις περαιτέρω διαδικασίες που συνεπάγεται η μεταφορά ενός τραυματισμένου ανθρώπου στο νοσοκομείο από προφανή βαρύ ξυλοδαρμό. Εκείνος καταθέτει ότι δήθεν πήγαμε για να ηρεμήσουμε. Πλην όμως, είναι σαφές, ότι αποδέχθηκε τον κίνδυνο ζωής μου καθώς δεν με μετέφερε στο Νοσοκομείο».
«Όπως έχω ήδη καταθέσει, ήδη ευρισκόμενοι στην μέχρι τότε συζυγική οικία, και ενώ ανέβηκα στον 1ο όροφο για να πατήσω το κουμπί πανικού («μπουτόν») του συναγερμού της οικίας ώστε να δοθεί αυτομάτως σήμα στην αστυνομία, εκείνος με πρόλαβε, το πήρε και το κράτησε όπως εξακολουθούσε να κρατεί και το κινητό μου τηλέφωνο, αποστερώντας μου τη δυνατότητα να ζητήσω βοήθεια. Ζαλιζόμουν πάρα πολύ και αιμορραγούσα πολύ από τη μύτη. Τον παρακαλούσα να με πάει στο νοσοκομείο. Προκειμένου να τον καθησυχάσω και να σώσω τη ζωή μου, που κινδύνευε άμεσα, του είπα ότι αν με πάει στο νοσοκομείο δεν θα πω ότι με χτύπησε, αλλά ότι έπεσα μόνη μου, κάτι που φαίνεται ότι πίστεψε κατά τη χρονική αυτή στιγμή. Τότε, ο κατηγορούμενος μου ζήτησε επιτακτικά να πλυθώ και να αλλάξω ρούχα».
«Στο σημείο αυτό θέλω να αναφέρω, ότι μπήκα στο μπάνιο και εκείνος με ακολούθησε, πήρε το τηλέφωνο του μπάνιου και μου έριχνε νερό στο πρόσωπο προκειμένου να βεβαιωθεί ότι είχε καθαρισθεί και ξεπλυθεί το πρόσωπό μου και το κεφάλι μου. Κατά την πορεία προς την έξοδο της οικίας, και ενώ είχα αλλάξει ρούχα και είχα ξεπλυθεί από τα αίματα μπαίνουμε σε αυτοκίνητο ιδιοκτησίας μου, και όχι σε αυτό εντός του οποίου έγινε ο βαρύτατος τραυματισμός μου (FERRARI) και καθ’ οδόν τον ακούω που μιλάει με κάποιον γνωστό του λέγοντάς του «έγινε μ…α, έχω κτυπήσει άσχημα τη Σοφία, την πάω στην ΕΥΡΩΚΛΙΝΙΚΗ, ελπίζω να μην μπλέξω».