Μέσα σε έναν οικισμό με σπίτια κατασκευασμένα από την σκληρή γκρίζα πέτρα των βουνών που τα περιβάλουν το Συρράκιο της Ηπείρου διαθέτει ξεχωριστές ομορφιές.
Ωστόσο κρύβει και εκπλήξεις όπως δείχνει το ρεπορτάζ του δημοσιογράφου της ΕΡΤ Βασίλη Σιώμου.
Ένα λαογραφικό μουσείο, διαφορετικό από τα συνήθη, αφού στο παρελθόν ήταν η πατρική οικεία του ποιητή και πεζογράφου Κώστα Κρυστάλλη.

Στην είσοδο του σπιτιού ο ξεναγός του μουσείου Κώστας Γαλάνης υποδέχεται το κοινό σε ρόλο οικοδεσπότη. Μιλά για την σύντομη ζωή του ποιητή που γεννήθηκε το 1868 και πέθανε το 1984. Ύμνησε περισσότερο από κάθε άλλον τα βουνά και τους λόγγους, με τους σκληροτράχηλους κατοίκους που αψηφούσαν τους τούρκους κατακτητές και διέσχιζαν την οροσειρά για να μεταβούν στην ελεύθερη Ευρώπη και να εμπορευτούν τα προϊόντα της κτηνοτροφίας και αργυροχρυσοχοΐας, που παρήγαγαν. Οι μάλλινες κάπες που κατασκευάζονταν από τους κτηνοτρόφους της Ηπείρου ήταν περιζήτητες σε όλη την Ευρώπη και προμήθευαν ακόμη και τον στρατό του Μεγάλου Ναπολέοντα.

Ένα μικρό έμμετρο ποίημα «Σκιαὶ τοῦ ᾅδου», επικού περιεχομένου για την επανάσταση που δεν είχε φτάσει ακόμη στην Ήπειρο, έθεσε τον 19χρνο Κρυστάλλη στο στόχαστρο των Τούρκων, οι οποίοι τον δίκασαν ερήμην και τον καταδίκασαν σε εξορία στην Βαγδάτη. Έτσι ξεκίνησε η περιπέτεια της διαφυγής του προς την ελεύθερη Ελλάδα και η συγγραφική του πορεία.

Ως ελάχιστη συνεισφορά στο έργο του οι κάτοικοι προσέφεραν στο μουσείο δικά τους σκεύη, έπιπλα, φορεσιές, αργαλειούς και ότι άλλο συνιστά ένα νοικοκυριό για να ζεστάνουν τον χώρο που φιλοξενεί την παράδοσή τους. Μια γλίτσα ξεκούρασης κατασκευασμένη από κέρατο τράγου, είναι το αναγκαίο συμπλήρωμα κάθε περιπατητή και κάθε κατοίκου του απόκρημνου Συρράκου, που θέλει να διαβεί με ασφάλεια τα μονοπάτια και να στηρίξει με αυτήν μια κάπα για να έχει καταφύγιο από την βροχή, κάτι σαν ομπρέλα, αλλά πιο αδιαπέραστη.
Κρεμασμένο πάνω από την χαράδρα του ποταμού Χρούσια, το χωριό αντικρίζει τα Τζουμέρκα, με ανυποχώρητη αυθάδεια απέναντι σε κάθε είδους δυσκολίες.
www.ertnews.gr